ΝΟΜΙΚΑ ΝΕΑ

NOMIKΑ ΝΕΑ LAW BLOG

NOMIKΑ ΝΕΑ LAW BLOG

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

εννομη προστασία κατά τη σύναψη των δημοσίων συμβάσεων (ν. 4412/2016): αναζητείται στελέχωση και φαντασία…


Ν 4412/2016: Δημόσιες Συμβάσεις Έργων,Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ ΕΕ και 2014/25/ΕΕ).

ΒΙΒΛΙΟ IV
ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΆΤΆ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΤΙΤΛΟΣ 1
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 345 
Πεδίο εφαρμογής
1. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 345 έως 374) εφαρμόζονται στις διαφορές πουπροκύπτουν κατά τη διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων του παρόντος νόμου, καθώς καιτροποποίησης αυτών, με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χωρίς νασυμπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ και ανεξάρτητα από τη φύση τους.
2. Οι διατάξεις του παρόντος Βιβλίου εφαρμόζονται και στις διαφορές που προκύπτουν κατά τηδιαδικασία ανάθεσης συμφωνιών πλαίσιο, συμβάσεων παραχώρησης και δυναμικών συστημάτωναγορών, καθώς των τροποποιήσεων αυτών.
3. Ως «αναθέτουσες αρχές» κατά τις διατάξεις του παρόντος βιβλίου νοούνται οι αναθέτουσεςαρχές και οι αναθέτοντες φορείς της περίπτωσης 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 2.

Άρθρο 346
Προστασία κατά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων
1. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί σύμβαση τωνπεριπτώσεων α` και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστείζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της ευρωπαϊκήςή εσωτερικής νομοθεσίας, έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 360 και να ζητήσειπροσωρινή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 366, ακύρωση παράνομης πράξης ή παράλειψης τηςαναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με τα άρθρο 367 ή ακύρωση σύμβασης η οποία έχει συναφθείπαράνομα , σύμφωνα με το άρθρο 368.
2. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από απόφαση τηςΑΕΠΠ επί της προδικαστικής προσφυγής του άρθρου 360, μπορεί να ασκήσει αίτηση για τηναναστολή εκτέλεσης και αίτηση για την ακύρωση της απόφασής της ενώπιον των αρμόδιωνδικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 372. Δικαίωμα άσκησης των ίδιων ενδίκων βοηθημάτων έχεικαι η αναθέτουσα αρχή αν η ΑΕΠΠ δεχθεί την προδικαστική προσφυγή.
3. Διαφορές που προκύπτουν από την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων τσυ παρόντος νόμου καιαφορούν αξιώσεις αποζημίωσης εκδικάζονται από τα αρμόδια δικαστήρια, σύμφωνα με τις γενικέςδιατάξεις κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 373.

ΤΙΤΛΟΣ 2
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
ΤΜΗΜΑ I ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
 Άρθρο 347
Σύσταση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
1. Συνιστάται Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), η οποία έχει ως έργο τηνεπίλυση των διαφορών που ανακύπτουν κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης τωνσυμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ύστερα από την άσκηση προδικαστικήςπροσφυγής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Τμήμα II του παρόντος Τίτλου. Η ΑΕΠΠ έχει ωςέδρα την Αθήνα.
2. Η ΑΕΠΠ απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές. Υπόκειται μόνοστον έλεγχο της Βουλής, σύμφωνα με τον Κανονισμό της.
Άρθρο 348
Συγκρότηση της Αρχής
1. Η Αρχή αποτελείται από τριάντα ένα μέλη, από τα οποία ένα (1) μέλος είναι Πρόεδρος.
2. Ο Πρόεδρος έχει την ιδιότητα του επίτιμου δικαστικού λειτουργού από το βαθμό του προέδρουεφετών και άνω, με μεγάλη εμπειρία στα θέματα που εμπίπτουν στις δημόσιες συμβάσεις.
3. Ως μέλη επιλέγονται νομικοί που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 του π.δ. 50/2001(Α`39), και διαθέτουν τουλάχιστον πενταετή εμπειρία στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων.
4. Για την επιλογή του Προέδρου δημοσιεύεται, εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος τουπαρόντος, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημόσιαπρόσκληση υποβολής αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος (υποψηφιότητας) από τουςενδιαφερόμενους. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων εντός 20 τουλάχιστον ημερών από τη δημοσίευση της πρόσκλησης,μαζί με τα δικαιολογητικά που ορίζονται σε αυτή. Η διαδικασία της προκήρυξης επαναλαμβάνεταιτρείς (3) μήνες πριν από τη λήξη κάθε θητείας. Ο Πρόεδρος επιλέγεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτωνκαι, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, διορίζεται με πράξη τουΥπουργικού Συμβουλίου. Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσης του Προέδρου πριν απότη λήξη της θητείας του, διορίζεται νέος Πρόεδρος για το υπόλοιπο της θητείας, μεταξύ όσωνυπέβαλαν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τη διαδικασία του προηγούμενουεδαφίου.
5. Ο διορισμός των μελών γίνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων. Η επιλογή υποψηφίων για τις θέσεις των μελών διενεργείται από τα ΑνώτατοΣυμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 19 του V.2190/1994 (Α` 28).
6. Η διαδικασία της παρ. 4 για την επιλογή και το διορισμό του Προέδρου αρχίζει δύο μήνες πριναπό τη λήξη της θητείας του. Η διαδικασία της παρ. 5 για την επιλογή και το διορισμό των μελώναρχίζει οκτώ (8) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας τους, με πρωτοβουλία του ΥπουργούΔικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
7. Η θητεία του Προέδρου και των μελών είναι πενταετής. Για να διασφαλισθεί η συνέχεια τηςλειτουργίας της ΑΕΠΠ, κατά την πρώτη εφαρμογή της παραγράφου αυτής, αμέσως μετά τη λήψητης απόφασης επιλογής των τριάντα (30) μελών της ΑΕΠΠ, κληρώνονται δέκα (10) μέλη, τα οποίαδιορίζονται για θητεία τριών (3) ετών. Στην κλήρωση αυτή δεν περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος τηςΑΕΠΠ, ο οποίος ορίζεται για πλήρη θητεία. 8. Η θητεία του Προέδρου και των μελών παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων. Ο χρόνος παράτασης της θητείας δεν μπορεί να υπερβεί, σε κάθε περίπτωση, τους έξι (6) μήνες. ΗΑΕΠΠ μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί, όχι όμως πέρα από ένα εξάμηνο, εάν κάποια από τα μέλητης εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απολέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίαςορίστηκαν. Η ΑΕΠΠ θεωρείται ως νόμιμα συγκροτημένη αν έχουν διορισθεί τα μισά τουλάχιστοναπό τα μέλη της. 9. Στα μέλη της ΑΕΠΠ εφαρμόζονται αναλόγως, ως προς τα κωλύματα διορισμού, την έκπτωση,την παραίτηση οι παράγραφοι 4 και 6 του άρθρου 3 του ν. 3051/2002 (Α` 220), με την επιφύλαξητου άρθρου 349.
Άρθρο 349 
Λειτουργική ανεξαρτησία
1. Τα μέλη της ΑΕΠΠ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεσμεύονται μόνο από το νόμο καιτη συνείδησή τους και υποχρεούνται να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και τηςαμεροληψίας.
2. Τα μέλη της ΑΕΠΠ είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, τελούν δε, για το λόγο αυτό,σε αναστολή άσκησης οποιουδήποτε έμμισθου δημοσίου ή δικηγορικού λειτουργήματος ήοποιοσδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας. Τα μέλη της ΑΕΠΠ, αν κατέχουν οποιαδήποτεέμμισθη θέση στο δημόσιο τομέα, απαλλάσσονται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, απ’ο τηνυποχρέωση άσκησης των καθηκόντων της θέσης τους. Τα μέλη της ΑΕΠΠ απαγορεύεται να είναιμέλη δικηγορικής εταιρία κατά τη θητεία τους.
3. Τα μέλη της ΑΕΠΠ απαγορεύεται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να ασκούν οποιουδήποτεείδους εμπορική δραστηριότητα στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων του παρόντος νόμου καιιδίως να είναι μέτοχοι ή να εμπλέκονται με οποιοδήποτε τρόπο σε οικονομικό φορέα πουαναπτύσσει δραστηριότητα στον τομέα αυτό.
4. Τα μέλη της ΑΕΠΠ απαγορεύεται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να είναι μέλη πολιτικούκόμματος.
5. Δεν διορίζεται Πρόεδρος ή μέλος της ΑΕΠΠ εκείνος ο οποίος έχει ο ίδιος ή ο σύζυγος του ήσυγγενής του μέχρι β` βαθμού ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, με το οποίοσυνδέεται στενά, άμεσο προσωπικό, οικονομικό ή άλλου είδους συμφέρον, το οποίο να επηρεάζει ή να φαίνεται να επηρεάζει την αμερόληπτη και αντικειμενική κρίση του κατά την άσκηση τωνκαθηκόντων του.
6. Η διαπίστωση των κωλυμάτων και των ασυμβίβαστων των παραγράφων 2 έως 5 του παρόντοςάρθρου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση από τη θέση του Προέδρου ή του μέλουςαντίστοιχα, για την οπαία εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειαςκαι Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
7. Τα μέλη της ΑΕΠΠ δεν επιτρέπεται για δύο (2) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους, να παρέχουνυπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση ή να αποκτήσουν μετοχές σε εταιρίαή επιχείρηση υποθέσεις των οποίων οι ίδιοι χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στηλήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις τουπροηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων, πρόστιμο με το διπλάσιο έως και το δωδεκαπλάσιο των μηνιαίωναποδοχών που λάμβανε το μέλος της ΑΕΠΠ κατά τη λήξη της θητείας του.
8. Για τα μέλη της ΑΕΠΠ εφαρμόζεται, ως προς τις αποδοχές, η παρ. 4 του άρθρου 22 του ν.4354/2015 (Α 176).
9. Η θητεία των μελών της ΑΕΠΠ λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες καικατά τη διάρκειά της δεν διακόπτεται η βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη. Μετά τη λήξητης θητείας τους επανέρχονται αυτοδικαίως στη θέση που κατείχαν πριν από το διορισμό τους. Ανη θέση που κατείχαν ή στην οποία έχουν εξελιχθεί δεν είναι κενή ή έχει καταργηθεί, επανέρχονταισε ομοιόβαθμη προσωρινή θέση του κλάδου τους, η οποία συνιστάται αυτοδικαίως καικαταργείται με την αποχώρησή τους από την υπηρεσία.
10. Τα μέλη της ΑΕΠΠ υποβάλλουν, κατ’ έτος, την προβλεπόμενη στο ν. 3213/2003 (Α`309),δήλωση περιουσιακής κατάστασης και τη δήλωση οικονομικών συμφερόντων του άρθρου 229του ν. 4281/2014 (Α` 160).
Άρθρο 350 
Οικονομική Αυτοτέλεια
1. Η οικονομική αυτοτέλεια της ΑΕΠΠ εξασφαλίζεται με τη δυνατότητα να καλύπτει, με ίδια μέσα,τις δαπάνες λειτουργίας της και αμοιβής των μελών και του προσωπικού της. Προς τούτο, έχει ίδιαέσοδα και ίδιο προϋπολογισμό, ο οποίος τροφοδοτείται από την καταβολή κράτησης της παρ. 3.
2. Τα θέματα οικονομικής διαχείρισης ρυθμίζονται με τον ειδικό Κανονισμό ΟικονομικήςΔιαχείρισης που εκδίδεται με προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση των ΥπουργώνΟικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων . Μέχρι την έκδοση του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, η μισθοδοσία του προσωπικού και αιλειτουργικές δαπάνες της ΑΕΠΠ βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ΥπουργείουΔικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το αυτό ισχύει και αν τα έσοδα από τηνκράτηση ή από άλλες πηγές δεν είναι αρκετά να καλύψουν τις οικονομικές ανάγκες της ΑΕΠΠ.
3. Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της ΑΕΠΠ, επιβάλλεται κράτηση ύψους 0,06% επίόλων των συμβάσεων που υπάγονται στον παρόντα νόμο, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσηςχρηματοδότησης, οι οποίες συνάπτονται μετά την έναρξη ισχύος της κοινής υπουργικής απόφασηςτου πέμπτου εδαφίου της παραγράφου αυτής. Η κράτηση αυτή υπολογίζεται επί της αξίας κάθεπληρωμής προ φόρων και κρατήσεων της αρχικής, καθώς και κάθε συμπληρωματικής σύμβασης.Με προεδρικά διάταγμα που εκδίδεται με από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος της κράτησης. Το ποσά της κράτησης παρακρατείται από την αναθέτουσα αρχή στο όνομα και για λογαριασμότης ΑΕΠΠ και κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, η διαχείριση του οποίου γίνεται από τηνΑΕΠΠ, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον ειδικό Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης. Με κοινήαπόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικώνρυθμίζονται θέματα σχετικά με το χρόνο, τον τρόπο και τη διαδικασία κράτησης των ως άνωχρηματικών ποσών, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της κράτησης. Μεκοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καιΟικονομικών μπορεί να μεταφέρονται τα έσοδα που προκύπτουν κατά τον ανωτέρω τρόπο κατάτο έτος 2016 και να αποτελούν έσοδα της ΑΕΠΠ το έτος 2017.
4. Αν από την οικονομική διαχείριση της ΑΕΠΠ, προκύπτει στο τέλος κάθε οικονομικού έτους,θετικό καθαρό αποτέλεσμα χρήσης, ποσοστό του οικονομικού αυτού αποτελέσματος έως ογδόντατοις εκατό (80%) διατίθεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Η ανωτέρωδιάταξη ισχύει από το οικονομικό έτος 2018 και εφεξής.
Άρθρο 351
Πειθαρχικός Έλεγχος
1. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και τιςκανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή του, όλα τα μέλη της ΑΕΠΠ υπέχουνπειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου της παρ. 2 κινεί το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων.
2. Συνιστάται Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από έναν Σύμβουλο Επικρατείας, ένανΑρεοπαγίτη και έναν καθηγητή Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος με ειδίκευση στο δίκαιο τωνδημοσίων συμβάσεων, με τριετή θητεία. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος τωνδικαστικών λειτουργών. Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του ΥπουργείουΔικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέαςτου Συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.
3. Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την έναρξη ισχύοςτου παρόντος. Ειδικά, τα μέλη του Συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί, διορίζονται με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Για τη λειτουργία του Συμβουλίου εφαρμόζεται ηπαράγραφος 1 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015.
Άρθρο 352
Πειθαρχική Διαδικασία
1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει νομίμως με την παρουσία όλων των μελών του καιαποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
2. Ως πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) η παράβαση διατάξεων του παρόντος και εν γένειτης ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, β) ηπλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, γ) η απόκτηση οικονομικού οφέλους ήανταλλάγματος του ιδίου του μέλους ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων τουή εξ αφορμής αυτών και δ) η υπαίτια πρόκληση ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή τηςΑΕΠΠ.
3. Οι επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) έγγραφη επίπληξη, β) πρόστιμοέως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και γ) οριστική παύση.
4. Σε περίπτωση επιβολής εντός διετίας δύο πειθαρχικών ποινών επίπληξης ή/και προστίμου σεμέλος της ΑΕΠΠ για το ίδιο ή διαφορετικό πειθαρχικό παράπτωμα, το μέλος αυτό εκπίπτειαυτοδικαίως από τη θέση του, με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων.
5. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο στις εξής περιπτώσεις: α) αν το πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά ταυτόχρονα και αξιόποινη πράξη, β) αν το μέλος απέκτησε ή επιδίωξε να αποκτήσει οικονομικό όφελος ή αντάλλαγμα προς όφελοςτου ιδίου ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών, γ) αν παραβιάστηκε η υποχρέωση εμπιστευτικότητας και εχεμύθειας, δ) παραβιάστηκαν οι παρ. 2 έως 5 του άρθρου 349, ε) αν προκλήθηκε υπαίτιως ζημία σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της ΑΕΠΠ
. 6. Μετά την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 350, οΠρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει το μέλος σε προηγούμενηακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων με κλήση, η οποία αναφέρει το αποδιδόμενοπαράπτωμα και επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο. Στην κλήσηαναφέρεται η ημερομηνία ακρόασης του μέλους ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία δενμπορεί να απέχει λιγότερο των δέκα (10) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης τηςκλήσης. Πριν από την ακρόαση και την παροχή έγγραφων εξηγήσεων, το μέλος δικαιούται να λάβειγνώση του φακέλου της υπόθεσης.
7. Κατά την ακρόαση, το μέλος υποβάλλει ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου τις έγγραφεςεξηγήσεις του, παρέχει τις απαιτούμενες διευκρινίσεις, απαντά σε ερωτήσεις και εν γένει διευκολύνειτο έργο του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη διακρίβωση των πραγματικών περιστατικών τηςυπόθεσης. Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, το Πειθαρχικό Συμβούλιο διασκέπτε-ται αυθημερόν και εκδίδει απόφαση, η οποία είτε: α) κρίνει ικανοποιητικές και επαρκείς τις εξηγήσεις του μέλους και παύει την πειθαρχική διαδικασία, β) δίδει εντολή στον Πρόεδρο του Συμβουλίου να συντάξει έκθεση πειθαρχικού παραπτώματοςστην οποία περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά, το κατά την παρ. 2 πειθαρχικό παράπτωμακαι ορίζεται ημέρα και ώρα συνεδρίασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη συζήτηση τηςυπόθεσης, στην οποία καλείται να παραστεί το διωκόμενο μέλος, εφόσον το επιθυμεί και μεπληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω απόφαση και στις δύο περιπτώσεις επιδίδεται στο μέλος μεδικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο.
8. Σε περίπτωση άσκησης πειθαρχικής δίωξης με απόφαση της περίπτωσης β` του εδαφίου β` τηςπροηγούμενης παραγράφου, κατά την ορισθείσα ημέρα συνεδρίασης, το Πειθαρχικό Συμβούλιομπορεί κατά την κρίση του να εξετάσει μάρτυρες, μετά δε την προφορική ενώπιον του απολογίατου διωκόμενου μέλους ή, σε περίπτωση μη εμφανίσεώς του, μετά τη διαπίστωση της νόμιμηςκλήτευσής του, εκδίδει αμέσως την απόφασή του. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί, αν το κρίνειαναγκαίο, να διατάξει τη συμπλήρωση της έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος και επανάληψητης συζήτησης. Στην περίπτωση αυτή καλείται το διωκόμενο μέλος με νέα κλήση, στην οποίαορίζεται νέα ημέρα και ώρα συζήτησης, η οποία επιδίδεται, σύμφωνα με την προηγούμενηπαράγραφο. Η επίδοση αυτή μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον το μέλος κατά την πρώτη συζήτησηήταν παρόν και του γνωστοποιήθηκε η νέα ημερομηνία συζήτησης. Το Πειθαρχικό Συμβούλιομπορεί επίσης να αναβάλει άπαξ τη λήψη απόφασης, προκειμένου να εξετάσει ή επανεξετάσειμάρτυρες, ορίζοντας για το λόγο αυτόν νέα ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης. Στην περίπτωσηαυτή, κλήση του διωκόμενου μέλους απαιτείται μόνο εάν αυτό ήταν απόν. Οι μάρτυρεςπροσέρχονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μη προσέλευση των μαρτύρων δεν κωλύει τηλήψη απόφασης.
9. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ειδικώς αιτιολογημένη, συντάσσεται εγγράφωςκαι τηρούνται συνοπτικά πρακτικά των συνεδριάσεων.
10. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τυχόν εκκρεμή ποινική δίωξη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει αυτοδίκαια την πειθαρχική διαδικασία, μπορεί όμως το ΠειθαρχικόΣυμβούλιο να διατάξει την αναστολή της μέχρι την περάτωση της ποινικής δίκης. Πραγματικάγεγονότα, τα οποία διαπιστώθηκαν με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, λαμβάνονταιυπόψη στην πειθαρχική διαδικασία, ουδόλως όμως κωλύεται το Πειθαρχικό Συμβούλιο να εκδώσειαπόφαση διαφορετική της ποινικής. Σε περίπτωση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασηςποινικού δικαστηρίου για αδίκημα σχετιζόμενο με παραβάσεις των διατάξεων ταυ παρόντος ή γιααδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τιςδιατάξεις του «Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Λ.Δ.», οοποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/ 2007 (Α` 26), εκδίδεται απόφαση τουΠειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία διαπιστώνεται η οριστική παύση του μέλους.
11. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παρ. 2 παραγράφονται μετά πενταετία από την τέλεσηαυτών. Πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται πρινπαραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Η κατά την παρ. 6 κλήση για ακρόαση και για έγγραφες εξηγήσειςδιακόπτει την ως άνω παραγραφή. Στην περίπτωση αυτή α συνολικός χρόνος παραγραφής δενμπορεί να υπερβεί τα επτά (7) έτη, με την επιφύλαξη του εδαφίου β` και της περίπτωσης τηςαναστολής της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παρ. 10, οπότε και ο χρόνος παραγραφής τουπειθαρχικού παραπτώματος δεν συμπληρώνεται πριν από την παρέλευση έτους από τηνημερομηνία δημοσίευσης της αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου.
12. Οι διατάξεις του Μέρους Ε` («Πειθαρχικό Δίκαιο») του Κώδικα Κατάστασης ΔημοσίωνΠολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. εφαρμόζονται αναλόγως.
Άρθρο 353 
Συνεδριάσεις της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
1. Η ΑΕΠΠ συνεδριάζει σε δέκα (10) κλιμάκια, αποτελούμενα το καθένα από τρία μέλη της ΑΕΠΠ.Κάθε κλιμάκιο συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του μέλους που ασκεί καθήκοντα Προέδρου.Στην πρόσκληση περιλαμβάνονται η ημερομηνία, η ώρα και οι προς συζήτηση προδικαστικέςπροσφυγές που έχουν ανατεθεί σε αυτό κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον ΚανονισμόΛειτουργίας της ΑΕΠΠ του άρθρου 355. Οταν πρόκειται για υπόθεση μεγάλης σπουδαιότητας ή προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνοςέκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, η ΑΕΠΠ συνεδριάζει σε αυξημένη σύνθεση, όπως ειδικότεραορίζεται στον κατά το άρθρο 355 Κανονισμό Λειτουργίας της.
2. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία των μελών, κατόπιν φανερής ψηφοφορίας και είναιαιτιολογημένες.
3. Η ΑΕΠΠ συνεδριάζει και σε Ολομέλεια, για θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη,η οποία συντάσσεται από τον Πρόεδρο της ΑΕΠΠ.
4. Κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τις συνεδριάσεις της ΑΕΠΠ ρυθμίζεται με τον ΚανονισμόΛειτουργίας του άρθρου 355 και, συμπληρωματικά, με τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 τουΚώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, σ οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α` 45).
Άρθρο 354 
Οργάνωση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
Η ΑΕΠΠ μεριμνά για την εκπλήρωση του σκοπού της και, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτωντου Προέδρου της, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 356, αποφασίζει, σύμφωνα με τα ειδικότεραοριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας του άρθρου 355, για κάθε θέμα που εμπίπτει στιςαρμοδιότητές της και για θέματα της εσωτερικής λειτουργίας της, ιδίως:
α) διατυπώνει γνώμη για τις τροποποιήσεις των Κανονισμών Οικονομικής Διαχείρισης της παρ. 2του άρθρου 350, Λειτουργίας του άρθρου 355 και Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών τηςπαρ. 7 του άρθρου 365, του Οργανισμού της παρ. 5 του άρθρου 357 και της κοινής υπουργικήςαπόφασης σχετικά με τη διαχείριση της κράτησης της παρ. 3 του άρθρου 350,
β) μεριμνά για την πρόσληψη του πάσης φύσεως προσωπικού της και του Νομικού Συμβούλου,σύμφωνα με τα άρθρα 357 και 358,
γ) συνάπτει για τις ανάγκες της πάσης φύσεως συμβάσεις με τρίτους, σύμφωνα με την ισχύουσαευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία και με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης τηςπαρ. 2 του άρθρου 349,
δ) εγκρίνει τον προϋπολογισμό, το απολογισμό και τον ισολογισμό της ΑΕΠΠ, σύμφωνα με τονΚανονισμό Οικονομικής Διαχείρισης της παρ. 2 του άρθρου 349.
Άρθρο 355 
Κανονισμός Λειτουργίας της ΑΕΠΠ 1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων εγκρίνεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της ΑΕΠΠ. Για κάθε μεταγενέστερητροποποίηση του Κανονισμού αυτού απαιτείται γνώμη της ΑΕΠΠ. 2. Στον Κανονισμό ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας της ΑΕΠΠ και ορίζονται ιδίως ταόργανα, ο τρόπος και η διαδικασία άσκησης των αρμοδιοτήτων της, οι συνεδριάσεις, ο μηχανισμόςεκ περιτροπής κατανομής των υποθέσεων, ο τρόπος λήψης των αποφάσεων, τα κωλύματασυμμετοχής των μελών, η συνδρομή δημοσίων αρχών και οικονομικών φορέων, ο πειθαρχικός έλεγχος του προσωπικού και κάθε άλλο θέμα λειτουργίας της.
Άρθρο 356 
Αρμοδιότητες Προέδρου της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
Ο Πρόεδρος της ΑΕΠΠ έχει την ευθύνη λειτουργίας της και ασκεί όλες τις προς τούτοαρμοδιότητες. Ενδεικτικά: α) εκπροσωπεί την ΑΕΠΠ δικαστικώς και εξωδίκως, ενώπιον των δικαστηρίων, κάθε άλληςδημόσιας αρχής και τρίτων. Ο Πρόεδρος της ΑΕΠΠ μπορεί να αναθέσει κατά περίπτωση τηνεκπροσώπησή της σε άλλο μέλος της, στο Νομικό Σύμβουλο της Αρχής ή σε μέλος του ειδικούεπιστημονικού προσωπικού της, β) συντονίζει και κατευθύνει τη λειτουργία της ΑΕΠΠ και των οργανικών μονάδων αυτής και ασκείτην πειθαρχική εξουσία επί του προσωπικού της ΑΕΠΠ ως πειθαρχικός προϊστάμενος αυτού, γ) μεριμνά για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, του απολογισμού και του ισολογισμού τηςΑΕΠΠ, τη διαχείριση των οικονομικών της και τη διάθεση των πιστώσεων, σύμφωνα με τιςδιατάξεις των Κανονισμών Λειτουργίας και Οικονομικής Διαχείρισης και της κείμενης νομοθεσίας, δ) ορίζει τα θέματα των συνεδριάσεων της ΑΕΠΠ σε Ολομέλεια, ε) ορίζει τους προέδρους των κλιμακίων και στ) εκδίδει τις απαραίτητες για τη στελέχωση και τον εξοπλισμό της ΑΕΠΠ πράξεις, καθώς και κάθεάλλη πράξη που είναι αναγκαία για τη λειτουργία της μέχρι τη συγκρότησή της.
Αρθρο 357 
Προσωπικό – Οργανισμός της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
1. Στην ΑΕΠΠ συνιστώνται δεκαπέντε (15) θέσεις τακτικού προσωπικού όλων των κατηγοριών, ηπλήρωση των οποίων γίνεται με: α) διορισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/ 1994 (Α’28), ύστερα από προκήρυξη της ΑΕΠΠστην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, β) με μετάταξη μονίμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλωντου Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμού ή του ευρύτερουδημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α` 101) και γ) με απόσπαση μονίμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλωντου Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεταιαπό το άρθρο 51 ν. 1892/ 1990. Οι μετατάξεις και αποσπάσεις των περίπτωση β` και γ` διενεργούνται με κοινή απόφαση τωνΥπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωσηαρμόδιου Υπουργού, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπασμένοι οφείλουν να συγκεντρώνουν ταπροσόντα διοριζόμενου – προσλαμβανόμενου για την αντίστοιχη θέση. Για τη διακοπή τηςαπόσπασης απαιτείται η γνώμη της ΑΕΠΠ. Η απόσπαση υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί, ύστερα απόεισήγηση της ΑΕΠΠ, αν οι ανάγκες για τις οποίες έγινε η απόσπαση του συγκεκριμένου υπαλλήλου,μπορεί να καλυφθούν από το προσωπικό της. Για τις αποδοχές του προσωπικού που τοποθετείταιμε απόσπαση εφαρμόζεται το άρθρο 23 του ν. 4354/ 2015. Εξαιρετικά για την κάλυψη των άμεσων αναγκών της ΑΕΠΠ κατά τα δύο πρώτα έτη από τησυγκρότησή της, μπορεί να πληρωθούν έως και 12 των ανωτέρω θέσεων με μετατάξεις ήαποσπάσεις προσωπικού από τους φορείς των περίπτωση α` και β` της παραγράφου 1 του άρθρου51 του V. 1892/1990. Οι μετατάξεις του εν λόγω προσωπικού γίνονται, ύστερα από προκήρυξη,στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Οι αποσπάσεις για την κάλυψη των θέσεων αυτών από τους ίδιους ως άνω φορείς είναι τριετούςδιάρκειας. Οι μετατάξεις και αποσπάσεις των προηγούμενων εδαφίων διενεργούνται κατάπαρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης με κοινή απόφαση του ΥπουργούΔικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωση αρμόδιουΥπουργού, χωρίς να απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν.4002/2011 (Α 180). Στο εν λόγω προσωπικό καταβάλλονται οι αποδοχές που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.Το μετατασσόμενο προσωπικό διατηρεί την ίδια σχέση εργασίας, εντάσσεται σε αντίστοιχες κενέςθέσεις και εξακολουθεί να ασφαλίζεται στους ίδιους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης. Οσυνολικός χρόνος υπηρεσίας του αποσπώμενου και μετατασσόμενου προσωπικού που έχειδιανυθεί στους φορείς προέλευσης και ο χρόνος που αναγνωρίστηκε ως χρόνος προϋπηρεσίαςλογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην ΑΕΠΠ για τα θέματα βαθμολογικής καιμισθολογικής εξέλιξης και για κάθε άλλη συνέπεια.
2. Στην ΑΕΠΠ συνιστώνται τριάντα (30) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού του άρθρου 2του π.δ. 50/2001 (Α` 39) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή τακτικούυπαλλήλου. Οι ειδικότητες και ο αριθμός των θέσεων ανά ειδικότητα του ειδικού επιστημονικούπροσωπικού του προηγούμενου εδαφίου καθορίζεται με τον Οργανισμό της ΑΕΠΠ της παρ. 5. Ηάσκηση καθηκόντων ειδικού επιστήμονα της ΑΕΠΠ είναι ασυμβίβαστη και συνεπάγεται αναστολήτης άσκησης του οικείου ελευθέριου επαγγέλματος ή λειτουργήματος. Παράβαση της υποχρέωσηςαυτής συνιστά σπουδαίο λόγο καταγγελίας της σχέσης εργασίας τους εκ μέρους της ΑΕΠΠ. Στις θέσεις της προηγούμενης παραγράφου προσλαμβάνονται επιστήμονες με τριετή, τουλάχιστον,εμπειρία στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994,ύστερα από προκήρυξη της ΑΕΠΠ, στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα τυπικά καιουσιαστικά προσόντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 50/2001. Εξαιρετικά, για την κάλυψη των άμεσων αναγκών της ΑΕΠΠ κατά τα δύο (2) πρώτα έτη από τησυγκρότησή της, μπορεί να πληρωθούν έως και δεκαπέντε (15) των ανωτέρω θέσεων μεαποσπάσεις τριετούς διάρκειας υπαλλήλων που κατέχουν τα ίδια τυπικά και ουσιαστικά προσόντααπό τους φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 51 του V. 1892/1990 (Α` 101). Οι αποσπάσεις καιμετατάξεις του προηγούμενου εδαφίου διενεργούνται, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ήειδικής διάταξης με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, χωρίς να απαιτείται η τήρηση τηςδιαδικασίας του άρθρου 68 παράγραφος 1 του ν. 4002/2011 Το αποσπώμενο προσωπικό πουκαταλαμβάνει θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού λαμβάνει τις αποδοχές του, σύμφωνα μετο άρθρο 23 του ν. 4354/2015. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του αποσπώμενου προσωπικούπου έχει διανυθεί στους φορείς προέλευσης και ο χρόνος που αναγνωρίστηκε ως χρόνοςπροϋπηρεσίας λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην ΑΕΠΠ για τα θέματα βαθμολογικήςκαι μισθολογικής εξέλιξης και για κάθε άλλη συνέπεια.
3. Οι παρ. 2, 3, 5 και 6 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002, εφαρμόζονται και στο Προσωπικό τηςΑΕΠΠ.
4. Συνιστάται στην ΑΕΠΠ θέση Γενικού Διευθυντή, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μεπενταετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά με απόφαση της ΑΕΠΠ. Η θητεία τουΓενικού Διευθυντή μπορεί να διακόπτεται πριν από τη λήξη της για λόγους που ανάγονται σεαδυναμία ή σε πλημμελή εκπλήρωση των καθηκόντων του, με πράξη του Προέδρου, πουεκδίδεται ύστερα από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της ΑΕΠΠ. Με τον Οργανισμό της ΑΕΠΠ της παρ. 5 του παρόντος άρθρου καθορίζονται οι αρμοδιότητες, ταπροσόντα και ο τρόπος επιλογής του Γενικού Διευθυντή, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών καιΔιοικητικής Ανασυγκρότησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εκδίδεταιΟργανισμός της ΑΕΠΠ, με τον οποίο καθορίζονται, πέραν των θεμάτων του εδαφίου β` της παρ. 2, η οργάνωση, η διάρθρωση των οργανικών μονάδων της ΑΕΠΠ σε Διευθύνσεις, τμήματα καιγραφεία, οι αρμοδιότητες αυτών και ο τρόπος πρόσληψης ή επιλογής των διευθυντών και τωνπροϊσταμένων των τμημάτων και γραφείων, τα προσόντα του προσωπικού, ο αριθμός τωνθέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών σε κλάδους και ειδικότητες, η σύσταση νέων θέσεωνπροσωπικού και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Μετά την έκδοση του ως άνω προεδρικού διατάγματος,για κάθε τροποποίηση αυτού απαιτείται προηγούμενη γνώμη της ΑΕΠΠ.

Άρθρο 358 
Νομική Υπηρεσία
1. Συνιστώνται πέντε (5) θέσεις Νομικών Συμβούλων, στις οποίες προσλαμβάνονται με πάγιααντιμισθία δικηγόροι παρ` Αρείω Πάγω, οι οποίοι διαθέτουν τουλάχιστον δεκαετή εμπειρία καιεξειδίκευση στο αντικείμενο του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις τουάρθρου 355 παράγραφος 1 εδάφιο δεύτερο του V. 1649/1986 (Α` 149), και του άρθρου 9 παρ. 10περίπτωση γ` του ν. 4354/2015, κατόπιν πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, που εκδίδει ηΑΕΠΠ στην οποία προσδιορίζονται τα ειδικότερα προσόντα και ο τρόπος απόδειξης τους για τηνκατάληψη της συγκεκριμένης θέσης. Για τον καθορισμό των αποδοχών των Νομικών Συμβούλωνεφαρμόζεται η παρ. 10 του άρθρου 9 τουν. 4354/2015. Οι Νομικοί Σύμβουλοι είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και δεν μπορεί νααναλαμβάνουν υποθέσεις από οποιονδήποτε άλλο. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά λόγοκαταγγελίας της έμμισθης εντολής των εκ μέρους της ΑΕΠΠ.
2. Με τον Οργανισμό της ΑΕΠΠ της παρ. 5 του άρθρου 357 ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης καιλειτουργίας της Νομικής Υπηρεσίας.

Άρθρο 359 
Έκθεση πεπραγμένων
Η ΑΕΠΠ συντάσσει το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους έκθεση πεπραγμένων προς τους ΥπουργούςΟικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτωνκοινοποιούμενη προς την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, όπου, μεταξύ άλλων,καταθέτει προτάσεις για τη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου των δημοσιών συμβάσεων καιιδίως της διαδικασίας εξέτασης των προδικαστικών προσφυγών. Στην έκθεση αυτή επισυνάπτεταιαναλυτικός πίνακας με τις αναθέτουσες αρχές που δεν συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της. Ηέκθεση αυτή, αφού κοινοποιηθεί, αναρτάται στην ιστοσελίδα της ΑΕΠΠ.
ΤΜΗΜΑ II
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΜΕΡΟΣ A ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΚΑΤΑ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΟΝΤΑΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΨΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Αρθρο 360 
Δικαίωμα άσκησης προσφυγής
1. Κάθε ενδιαφερόμενος ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση τουνόμου αυτού και έχει ή είχε υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ήπαράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τηςεσωτερικής νομοθεσίας, υποχρεούται, πριν από την υποβολή των προβλεπόμενων στον Τίτλο 3 ένδικων βοηθημάτων, να ασκήσει προδικαστική προσφυγή ενώπιον της ΑΕΠΠ κατά της σχετικήςπράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής.
2. Η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των ένδικωνβοηθημάτων του Τίτλου 3 κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων των αναθετουσώναρχών.
3. Δεν επιτρέπεται η άσκηση άλλης διοικητικής προσφυγής κατά των εκτελεστών πράξεων ήπαραλείψεων της αναθέτουσας αρχής κατά τη διαδικασία της ανάθεσης δημόσιων συμβάσεωνεκτός από την προδικαστική προσφυγή της παραγράφου 1.

Αρθρο 361 
Προθεσμία άσκησης της προσφυγής
1. Σε περίπτωση προσφυγής κατά πράξης της αναθέτουσας αρχής, η προθεσμία για την άσκησητης προδικαστικής προσφυγής είναι: (α) δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενοοικονομικό φορέα αν η πράξη κοινοποιήθηκε με ηλεκτρονικά μέσα ή τηλεομοιοτυπία ή (β) δεκαπέντε (15) ημέρες από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης στον ενδιαφερόμενοοικονομικό φορέα, αν χρησιμοποιήθηκαν άλλα μέσα επικοινωνίας, άλλως, (γ) δέκα (10) ημέρες από την πλήρη, πραγματική ή τεκμαιρόμενη, γνώση της πράξης που βλάπτειτα συμφέροντα του ενδιαφερομένου οικονομικού φορέα. Ειδικά για την άσκηση προσφυγής κατάπροκήρυξης, η πλήρης γνώση αυτής τεκμαίρεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από τηδημοσίευση στο ΚΗΜΔΗΣ. 2. Σε περίπτωση παράλειψης, η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής είναιδεκαπέντε (15) ημέρες από την επομένη της συντέλεσης της προσβαλλόμενης παράλειψης.

Άρθρο 362
Άσκηση προσφυγής – Άσκηση παρέμβασης
1. Η προδικαστική προσφυγή κατατίθεται ηλεκτρονικά στην ΑΕΠΠ και περιέχει τις νομικές καιπραγματικές αιτιάσεις που δικαιολογούν το αίτημά της.
2. Στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 του άρθρου 365 μπορεί ναπροβλέπεται ότι η προσφυγή υποβάλλεται υποχρεωτικά με τη χρήση τυποποιημένου εντύπου τοοποίο θα υποβάλλεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 1.
3. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέροντα, δικαιούται να ασκήσει, εντόςαποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της προσφυγής,σύμφωνα με την παράγραφος Ι του άρθρου 365, παρέμβαση ενώπιον της ΑΕΠΠ, σύμφωνα με τηνπαράγραφο 1 και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εξέτασης ΠροδικαστικώνΠροσφυγών, για τη διατήρηση της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης, προσκομίζοντας όλα τακρίσιμα έγγραφα που έχει στη διάθεσή τσυ.
4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση προδικαστικής προσφυγής κατά απόφασης της ΑΕΠΠ, η οποία δέχεταιεν όλω ή εν μέρει προσφυγή άλλου προσώπου.

Άρθρο 363 
Παράβολο 1.
Για το παραδεκτό της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής κατατίθεται παράβολο από τονπροσφεύγοντα υπέρ του Δημοσίου, το ύψος του οποίου ανέρχεται σε ποσοστό 0,50 τοις εκατό(0,50%) της προϋπολογισθείσας αξίας (χωρίς Φ.Π.Α.) της σχετικής σύμβασης. Το ύψος τουπαραβόλου δεν μπορεί να είναι κατώτερο των εξακοσίων (600) ευρώ ούτε ανώτερο τωνδεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. Αν τα έγγραφα της σύμβασης δεν προκύπτει ηπροϋπολογισθείσα αξία της, για το παραδεκτό της άσκησης της προδικαστικής προσφυγής,κατατίθεται παράβολα ύψους εξακοσίων (600) ευρώ.
2. Εάν από τα έγγραφα της σχετικής σύμβασης παρέχεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς γιατμήμα ή τμήματα της σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται επί της αξίας του τμήματοςή των τμημάτων της σύμβασης σχετικά με τα οποία ασκείται η προδικαστική προσφυγή.
3. Το ύψος του ποσοστού και τα ανώτατα και κατώτατα όρια του ποσού του παραβόλουμπορούν να αναπροσαρμόζονται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση των ΥπουργώνΟικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
4. Με τον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 του άρθρου 365 ορίζεται οτρόπος και ο χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου και ο τρόπος απόδειξης τηςείσπραξής του. 5. Το παράβολο του παρόντος άρθρου επιστρέφεται στον προσφεύγοντα σε περίπτωση ολικής ήμερικής αποδοχής της προσφυγής του. Επίσης, επιστρέφεται στον προσφεύγοντα και στηνπερίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ανακαλεί την προσβαλλόμενη πράξη ή προβαίνει στηνοφειλόμενη ενέργεια πριν από την έκδοση της απόφασης της ΑΕΠΠ επί της προσφυγής.

Άρθρο 364
Ανασταλτικό αποτέλεσμα
Η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής και η άσκησή της κωλύουν τησύναψη της σύμβασης επί ποινή ακυρότητας, η οποία διαπιστώνεται με απόφαση της ΑΕΠΠ μετάαπό άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 368. Κατά τα λοιπά, η άσκηση της προδικαστικήςπροσφυγής δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη τωνπαραγράφων 1 και 2 του άρθρου 366.

Άρθρο 365 
Διαδικασία εξέτασης της προσφυγής
1. Μετά την κατάθεση της προδικαστικής προσφυγής, η ΑΕΠΠ καταχωρίζει αυθημερόν τηνπροσφυγή. Το αργότερο την επόμενη της καταχώρισης εργάσιμη ημέρα, η ΑΕΠΠ, σύμφωνα με ταειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, κοινοποιεί τηνπροσφυγή στην αναθέτουσα αρχή και την καλεί: (α) να κοινοποιήσει την προσφυγή το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών σε κάθε ενδιαφερόμενοτρίτο ο οποίος μπορεί να θίγεται από αποδοχή της προσφυγής, προκειμένου να ασκήσει τοδικαίωμα παρέμβασής του στη διαδικασία εξέτασης της προσφυγής, σύμφωνα με την παρ. 3 τουάρθρου 362, και (β) να διαβιβάσει στην ΑΕΠΠ, το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την ημέρα κοινοποίησης,τσν πλήρη φάκελο της υπόθεσης, τις απόψεις της επί της προσφυγής και τα αποδεικτικάκοινοποίησης την περίπτωση α` της παρ. 1, στους ενδιαφερόμενους τρίτους της. Η αναθέτουσααρχή μπορεί στις απόψεις της να παραθέσει αρχική ή συμπληρωματική αιτιολογία τηςπροσβαλλόμενης με την προδικαστική προσφυγή πράξης. Η παράλειψη κοινοποίησης σε ενδιαφερόμενο τρίτο και η μη διαβίβαση προς την ΑΕΠΠ τουφακέλου της υπόθεσης και των απόψεων της αναθέτουσας αρχής συνιστούν ιδιαίτερο πειθαρχικόαδίκημα των αρμόδιων για τις ενέργειες αυτές υπαλλήλων.
2. Σε περίπτωση μη αποστολής του φακέλου από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τηνπερίπτωση β` της προηγούμενης παραγράφου, η ΑΕΠΠ μπορεί να συνάγει τεκμήριο ομολογίας τηςαναθέτουσας αρχής για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του προσφεύγοντος. Το ίδιοτεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχει και αν τα στοιχεία τα οποία έχουν αποσταλεί από τηναναθέτουσα αρχή είναι, κατά την κρίση της ΑΕΠΠ, ελλιπή και δεν επαρκούν για τον έλεγχο τουβασίμου των προβαλλόμενων αιτιάσεων.
3. Η ΑΕΠΠ, εφόσον κρίνει ότι η παράλειψη αποστολής των αναφερόμενων στην παράγραφο 1στοιχείων ή η καθυστερημένη αποστολή τους είναι αδικαιολόγητη, καθιστά, δε, ιδιαιτέρωςδυσχερή την ουσιαστική παροχή προδικαστικής προστασίας, μπορεί, με την απόφαση επί τηςπροσφυγής, σταθμίζοντας τις συντρέχουσες σε κάθε περίπτωση συνθήκες, να επιβάλειαυτεπαγγέλτως χρηματική κύρωση στην αναθέτουσα αρχή. Το ποσό της κύρωσης αυτής μπορείνα ανέρχεται από εκατό (100) μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων καιαναλόγως της βαρύτητας της παράβασης, και καταβάλλεται μία φορά για κάθε στάδιο τηςδιαδικασίας ανάθεσης και αποτελεί έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Μνεία της κύρωσηςαυτής γίνεται στον ατομικό φάκελο του υπεύθυνου της καθυστέρησης ή ελλιπούς αποστολής ή  μηαποστολής του φακέλου και των απόψεων της υπηρεσίας υπαλλήλου. Με τον Κανονισμό ΕξέτασηςΠροδικαστικών Προσφυγών της παρ. 7 ορίζεται ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης τηςχρηματικής κύρωσης, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαίαλεπτομέρεια.
4. Με πράξη του προεδρεύοντος του κλιμακίου ορίζεται η ημέρα και η ώρα συζήτησης τηςπροσφυγής, η οποία δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από σαράντα (40) ημέρες από τηνημερομηνία κατάθεσης της προσφυγής. Η πράξη αυτή κοινοποιείται το αργότερο δέκα (10) ημέρεςπριν από τη συζήτηση της προσφυγής στον προσφεύγοντα, στην αναθέτουσα αρχή κατά τηςοποίας ασκείται η προσφυγή και σε εκείνους οι οποίοι έχουν ασκήσει παρέμβαση.
5. Το αργότερο είκοσι (20) ημέρες από την κατάθεση την προσφυγής, η ΑΕΠΠ ελέγχει τησυμμόρφωση της αναθέτουσας αρχής με την παρ. 1 (α). Εάν διαπιστώσει ότι η αναθέτουσα αρχήδεν εκπλήρωσε την υποχρέωση της παρ. 1(α), η κοινοποίηση γίνεται με μέριμνα της ΑΕΠΠ, έτσιώστε οι ενδιαφερόμενοι να ασκήσουν παρέμβαση, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 362.
6. Οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους και αναρτώνται στηνιστοσελίδα της, τηρουμένων των ρυθμίσεων τσυ ν. 2472/1997 και του Κανονισμού (ΕΚ) αρ.45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 (ΕΕ L 8της 23.11.1995), ως προς την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης,Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εκδίδεται «Κανονισμός Εξέτασης ΠροδικαστικώνΠροσφυγών» ενώπιον της ΑΕΠΠ, με τον οποίο ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά τον τρόπολειτουργίας της και ιδίως την ενώπιόν της διαδικασία, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οιειδικότερες προθεσμίες που δεν ρυθμίζονται στον παρόντα νόμο, οι ειδικότεροι κανόνες σύγκλησηςτης ΑΕΠΠ, ο ορισμός και τα καθήκοντα εισηγητών και γραμματέα, ο τρόπος και τα διαδικαστικάκαι τεχνικά θέματα που αφορούν την άσκηση των προσφυγών και των παρεμβάσεων, τις επιδόσειςκαι κοινοποιήσεις εγγράφων, την κλήση των μερών, την εκπροσώπηση τους κατά την ενώπιον τηςΑΕΠΠ διαδικασία, το σχηματισμό φυσικού και ηλεκτρονικού αρχείου, καθώς και οι ειδικότεροικανόνες διεξαγωγής της διαδικασίας ενώπιον της ΑΕΠΠ και λήψης των αποφάσεων από αυτήν, καικάθε άλλο σχετικό θέμα.
8. Οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου είναι αποκλειστικές.

Άρθρο 366 
Προσωρινά μέτρα
1. Η ΑΕΠΠ, μπορεί, ύστερα από αίτημα του προσφεύγοντος ή αυτεπαγγέλτως και μετά από κλήσητης αναθέτουσας αρχής προ τριών (3) ημερών, να εκδώσει πράξη αναστολής εκτέλεσης τηςπροσβαλλόμενης πράξης και να ορίσει τα κατάλληλα μέτρα έως ότου αποφανθεί για την προσφυγήκαι, πάντως, όχι πέραν της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 367 για τηνέκδοση της απόφασής της.
2. Με την απόφαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να διατάσσονται προσωρινά μέτρα γιανα επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση ή να αποτραπεί η ζημία των θιγόμενων συμφερόντων,στα οποία συμπεριλαμβάνονται μέτρα που αναστέλλουν τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιαςσύμβασης ή την εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης λαμβάνει η αναθέτουσα αρχή.
3. Η ΑΕΠΠ μπορεί να αποφασίσει να μην χορηγηθούν τα προσωρινά μέτρα της προηγούμενηςπαραγράφου αν κρίνει ότι, ύστερα από στάθμιση όλων των συμφερόντων που ενδέχεται ναζημιωθούν, καθώς και του δημόσιου συμφέροντος, οι πιθανές αρνητικές συνέπειες από τηχορήγηση των προσωρινών μέτρων είναι περισσότερες από τα οφέλη. Η απόφαση να μηχορηγηθούν προσωρινά μέτρα δεν θίγει τις λοιπές αξιώσεις που προβάλλει το πρόσωπο που έχειζητήσει τη χορήγηση των εν λόγω μέτρων.

Άρθρο 367
Διαδικασία λήψης απόφασης -συνέπειες αποφάσεων ΑΕΕΠ
1. Η ΑΕΠΠ αποφαίνεται αιτιολογημένα επί της βασιμότητας των προβαλλόμενων πραγματικών καινομικών ισχυρισμών της προσφυγής και των ισχυρισμών της αναθέτουσας αρχής και, σεπερίπτωση παρέμβασης, των ισχυρισμών του παρεμβαίνοντος και δέχεται (εν όλω ή εν μέρει) ήαπορρίπτει την προσφυγή με απόφασή της, η οποία εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμίαείκοσι (20) ημερών από την ημέρα εξέτασης της προσφυγής.
2. Επί αποδοχής προσφυγής κατά πράξης ακυρώνεται ολικώς ή μερικώς η προσβαλλόμενη πράξη,ενώ επί αποδοχής προσφυγής κατά παράλειψης, ακυρώνεται η παράλειψη και η υπόθεσηαναπέμπεται στην αναθέτουσα αρχή για να προβεί αυτή στην οφειλόμενη ενέργεια.
3. Οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της ΑΕΠΠ.
4. Οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ υπόκεινται αποκλειστικά στα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στονΤίτλο 3 του παρόντος Βιβλίου.

ΜΕΡΟΣ Β
ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΗΡΥΞΗΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
 Άρθρο 368 
Κήρυξη ακυρότητας της σύμβασης
Με την επιφύλαξη του άρθρου 370 και της παραγράφου 2 του άρθρου 371, η ΑΕΠΠ αποφασίζει νακηρύξει την ακυρότητα σύμβασης που έχει συναφθεί, εάν διαπιστώσει ότι: (α) η αναθέτουσα αρχή έχει αναθέσει τη σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξηςστην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται, κατάπαράβαση των ευρωπαϊκών και εθνικών κανόνων δημόσιων συμβάσεων ή (β) αν δεν τηρήθηκε η υποχρέωση αναστολής της σύναψης, σύμφωνα με τα άρθρο 364΄ ή (γ) σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας – πλαίσιο και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορώνόταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν είτε από τις περιπτώσεις α` και β` τηςπαραγράφου 2, την περίπτωση α` της παραγράφου 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 33 καιτην παράγραφο 5 του άρθρου 39 είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 2, τηνπερίπτωση α` της παραγράφου 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 270 και την παράγραφο 2του άρθρου 273, κατά περίπτωση.

Άρθρο 369
Κήρυξη ακυρότητας – Διαδικασία
1. Η ΑΕΠΠ αποφασίζει να κηρύξει την ακυρότητα σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 368 ύστερααπό προδικαστική προσφυγή ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα η οποία ασκείται εντός τωνπροθεσμιών της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Τα άρθρα 360, 362, 363 και 365 εφαρμόζονταιαναλόγως στην περίπτωση αυτή.
2. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την επομένη τηςδημοσίευσης της απόφασης κατά τα άρθρα 64, 65, 66, 122 ή 294, 295, 296 κατά περίπτωση,εφόσον στη δημοσίευση περιλαμβάνεται αιτιολογία για τη σύναψη της σύμβασης χωρίς δημοσίευσηπροκήρυξης ή από την επομένη της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων με άλλον τρόπο. Στηνενημέρωση αυτή πρέπει να εκτίθενται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρ. 2 τουάρθρου 70 ή στην παρ. 2 του άρθρου 300, αντίστοιχα. Η προσφυγή δεν μπορεί σε καμιάπερίπτωση να ασκηθεί μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την επομένη της σύναψης τηςσύμβασης.
3. Η διαδικασία προσφυγής της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται, σε περίπτωση σύναψηςσυμφωνίας πλαίσιο και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παραβιάζονται οιυποχρεώσεις που προκύπτουν είτε από τις περιπτώσεις α` και β` της παρ. 2, την περίπτωση α` τηςπαρ. 4, τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 33 και την παρ. 5 του άρθρου 39 είτε από τιςπεριπτώσεις α` και β` της παρ. 2, την περίπτωση α` της παρ. 4, τις παραγράφους 5 και 6 τουάρθρου 270 και την παρ. 2 του άρθρου 273, κατά περίπτωση, αν η αναθέτουσα αρχή έχειαποστείλει την απόφαση ανάθεσης μαζί με συνοπτική έκθεση των λόγων της παρ. 2 του άρθρου70 ή της παρ. 2 του άρθρου 300, αντίστοιχα, στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες, αναφέρονταςτις προθεσμίες αναστολής σύναψης της σύμβασης και εφαρμόσει δεκαήμερη τουλάχιστονπροθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επομένη της αποδεδειγμένης παραλαβής τηςαπόφασης από τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες.
4. Η κατάθεση της προσφυγής του παρόντος άρθρου αναστέλλει την εκτέλεση της σύμβασης έωςτην έκδοση απόφασης ΑΕΠΠ, εκτός εάν γίνει δεκτό αίτημα προσωρινής προστασίας τηςαναθέτουσας αρχής που ασκείται κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 366.

Άρθρο 370 
Δυνατότητα μη κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης.
Επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος -Εναλλακτικές κυρώσεις
1. Η ΑΕΠΠ μπορεί να μην κηρύξει την ακυρότητα σύμβασης η οποία έχει ανατεθεί παράνομα γιατους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 368, εάν διαπιστώσει ότι επιτακτικοί λόγοι δημοσίουσυμφέροντος επιβάλλουν τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της σύμβασης.
2. Οικονομικά συμφέροντα τα οποία συνδέονται άμεσα με τη σύμβαση δεν συνιστούν επιτακτικόλόγο δημοσίου συμφέροντος. Τέτοια συμφέροντα είναι μεταξύ άλλων, τα έξοδα λόγωκαθυστέρησης στην εκτέλεση της σύμβασης, τα έξοδα λόγω της κίνησης νέας διαγωνιστικήςδιαδικασίας, τα έξοδα λόγω αλλαγής του οικονομικού φορέα ο οποίος εκτελεί τη σύμβαση και ταέξοδα των νομικών υποχρεώσεων λόγω της κήρυξης της σύμβασης ως ανενεργού. Η ύπαρξη οικονομικών συμφερόντων για τη διατήρηση των αποτελεσμάτων μιας σύμβασης θεωρείται ωςεπιτακτικός λόγος εφόσον σε εξαιρετικές περιστάσεις η ακυρότητα θα οδηγούσε σε δυσανάλογες συνέπειες.
3. Αν η ΑΕΠΠ αποφασίσει, σύμφωνα με την παράγραφο 1 να μην κηρύξει την ακυρότητασύμβασης η οποία συνάφθηκε παράνομα για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 368,επιβάλλει πρόστιμο στην αναθέτουσα αρχή, το ύψος του οποίου καθορίζεται στη σχετικήαπόφαση. Η ΑΕΠΠ έχει διακριτική ευχέρεια να καθορίσει το ύψος του προστίμου λαμβάνονταςυπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συμπεριφορά της αναθέτουσας αρχής και τη διάρκειατης σύμβασης. Το ύψος του προστίμου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% της αξίας της σύμβασης,μη συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Με ειδική απόφαση της ΑΕΠΠ, το πρόστιμο περιέρχεται στοναιτούντα.

Άρθρο 371 
Συνέπειες κήρυξης ακυρότητας της σύμβασης
1. Αν η ΑΕΠΠ κηρύξει σύμβαση άκυρη, σύμφωνα με το άρθρο 368, η ακυρότητα έχει αναδρομικήισχύ με την επιφύλαξη εφαρμογής της παρ. 2. Οι αξιώσεις των μερών διέπονται από τις διατάξειςπερί αδικαιολόγητου πλουτισμού και οι σχετικές διαφσρές εκδικάζσνται από το αρμόδιοδικαστήριο, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις. Αν ο ανάδοχος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τηνακυρότητα της σύμβασης, δεν γεννάται έναντι της Διοίκησης αξίωσή του, κατά τις διατάξεις περίαδικαιολόγητου πλουτισμού ή η εν λόγω αξίωσή του ικανοποιείται μόνο εν μέρει.
2. Η ΑΕΠΠ εκτιμώντας το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, τη σσβαρότητα της παράβασης και τησυμπεριφορά της αναθέτουσας αρχής, μπορεί να κηρύξει την ακυρότητα μόνο του ανεκτέλεστουτμήματος της σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή, η ΑΕΠΠ, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα τηςπαράβασης, τη συμπεριφορά της αναθέτουσας αρχής και τη διάρκεια της σύμβασης επιβάλλειπρόστιμο στην αναθέτουσα αρχή, το ύψος του οποίου καθορίζεται στη σχετική απόφαση και δενμπορεί να υπερβαίνει το 10% της αξίας της σύμβασης, μη συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Μεειδική απόφαση της ΑΕΠΠ, το πρόστιμο περιέρχεται στον αιτούντα.

ΤΙΤΛΟΣ 3
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΤΑΔΙΟΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
 Άρθρο 372 
Δικαστική προστασία στο πεδίο που προηγείταιτης σύναψης της σύμβασης
1. Οποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης τηςΑΕΠΠ και την ακύρωσή της ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου της έδρας της αναθέτουσας αρχής,με τριμελή σύνθεση, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως. Δικαίωμα άσκησης των ίδιων ενδίκωνβοηθημάτων έχει και η αναθέτουσα αρχή αν η ΑΕΠΠ κάνει δεκτή την προδικαστική προσφυγή. Μετα ένδικα βοηθήματα της αίτησης αναστολής και της αίτησης ακύρωσης λογίζσνται ωςσυμπροσβαλλόμενες με την απόφαση της ΑΕΠΠ και όλες οι συναφείς προς την ανωτέρω απόφασηπράξεις ή παραλείψεις της αναθέτουσας αρχής, εφόσον έχουν εκδοθεί ή συντελεστεί αντιστοίχωςέως τη συζήτηση της αίτησης αναστολής ή την πρώτη συζήτηση της αίτησης ακύρωσης. Με τηνεπιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου, για την εκδίκαση των διαφορών αυτώνεφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989 (Α` 8).
2. Αιτήσεις αναστολής του νόμου αυτού εκδικάζονται από τον Πρόεδρο Εφετών του οικείουΔιοικητικού Εφετείου ή από τον Εφέτη που αυτός ορίζει. Σε περίπτωση ιδιαίτερης σπουδαιότηταςτης υπόθεσης, ο ανωτέρω Πρόεδρος ή Εφέτης μπορεί να εισάγουν την αίτηση σε τριμελέςσυμβούλιο του δικαστηρίου, στο οποίο προεδρεύει ο Πρόεδρος Εφετών και μετέχει ο ΕφέτηςΕισηγητής.
3. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των δύο προηγούμενων παραγράφων, διαφορές οι οποίεςπροκύπτουν κατά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, δημόσιωνσυμβάσεων οι οποίες υλοποιούνται ως Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), σύμφωναμε το ν. 3389/2005 (Α` 232), δημόσιων συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τηςΟδηγίας 2014/25/ΕΕ, εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Ομοίως, διαφορές οιοποίες προκύπτουν από την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογήςτης Οδηγίας 2014/24/ΕΕ με προϋπολογισμό μεγαλύτερο των δεκαπέντε εκατομμυρίων(15.000.000) ευρώ, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ, εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
4. Η άσκηση της αίτησης αναστολής δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση της αίτησηςακύρωσης. Η αίτηση αναστολής κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερώναπό την έκδοση της απόφασης επί της προδικαστικής προσφυγής. Για την άσκηση της αιτήσεως αναστολής κατατίθεται παράβολο το ύψος του οποίου ανέρχεται σεποσοστό 0,1% της προϋπολογισθείσας αξίας, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., το οποίο δεν μπορείνα είναι κατώτερο των πεντακοσίων (500) ευρώ και ανώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.Το 1/2 του ποσού του παράβολου καταβάλλεται κατά την κατάθεση της αιτήσεως και αν η αίτησηαπορριφθεί ο απών καταδικάζεται στην καταβολή του υπολοίπου 1/2 με την απόφαση τουδικαστηρίου. Γ ια την είσπραξη του παράβολου εκδίδεται αποκλειστικά διπλότυπο είσπραξης από τις ΔημόσιεςΟικονομικές Υπηρεσίες, υπέρ του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτηρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) και υπέρ του Δημοσίου, σε ποσοστό 60% και 40% του συνολικού ύψους αντιστοίχως, το οποίοκαταμερίζεται σε δύο αντίστοιχα Κ.Α.Ε.. Σε περίπτωση ολικής ή μερικής αποδοχής της αιτήσεωςαναστολής το δικαστήριο διατάσσει την απόδοσή του στον αιτούντα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεταιτο άρθρο 36 του π.δ. 18/1989. Με την κατάθεση της αιτήσεως αναστολής η προθεσμία άσκησης της αίτησης ακύρωσηςδιακόπτεται και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυτού την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης,οφείλει μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επίδοση της απόφασης αυτής, να ασκήσειτην αίτηση ακύρωσης, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς της αναστολής. Η δικάσιμος γιατην εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης δεν πρέπει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεσητου δικογράφου.
5. Εάν η αίτηση αναστολής γίνει δεκτή, το όργανο το οποίο εξέδωσε την πράξη της οποίας ηεκτέλεση αναστέλλεται με την απόφαση μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το ενγένει περιεχόμενο της απόφασης και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα την πράξη πουπροκάλεσε τη διαφορά. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε,εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.
6. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπιτυχώς την αίτηση αναστολής και η σύμβασηυπογράφηκε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζήτηση της αίτησης ακύρωσης,εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989. 7. Αν το δικαστήριο ακυρώσει πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής μετά τη σύναψη τηςσχετικής σύμβασης, η τελευταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψη αυτής είχε ανασταλεί ηδιαδικασία σύναψης της σύμβασης με απόφαση της ΑΕΠΠ ή με απόφαση επί αίτησης αναστολής ήμε προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να αξιώσειαποζημίωση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 373.

Άρθρο 373
Αξίωση αποζημίωσης
1. Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψηςσύμβασης ή από τη σύναψη αυτής, κατά παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήτου εσωτερικού δικαίου, δικαιούται να αξιώσει από την αναθέτουσα αρχή αποζημίωση, κατ’ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 Α.Κ.. Αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξειότι θα του ανατίθετο η σύμβαση, αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η παράβαση, τότε δικαιούταιαποζημίωση κατά τις γενικές διατάξεις. Κάθε διάταξη που αποκλείει ή περιορίζει την αξίωση αυτήδεν εφαρμόζεται.
2. Για την επιδίκαση της αποζημίωσης απαιτείται η προηγούμενη ακύρωση της παράνομης πράξηςή παράλειψης από την ΑΕΠΠ ή το αρμόδιο, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, δικαστήριο. Ηπροϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται στην περίπτωση του άρθρου 370, της παρ. 2 του άρθρου 371και της παρ. 7 του άρθρου 372 ή όταν, εν γένει, δεν καθίσταται εφικτή η δικαστική κήρυξη τηςακυρότητας για λόγους μη συνδεόμενους με παραλείψεις του ενδιαφερομένου.  (ισχύς από 1/1/2017)
 (σε ισχύ από 1/1/2017)

για να προετοιμαζόμαστε…

Δεν υπάρχουν σχόλια: